Αγάπη και έρωτας... Ίσως από τις πιο πολυσυζητημένες, αλλά και μπερδεμένες έννοιες που θα μπορούσαμε να θίξουμε. Πολλοί λένε πως το χρήμα κάνει τη γη να γυρνά, όμως αδιαμφισβήτητα θα μπορούσαμε να πούμε το ίδιο και για την αγάπη.
Όλα ξεκινάνε από την παιδική ηλικία του ατόμου, όπου οι γονείς μαθαίνουν στα παιδιά τι είναι η αγάπη και πώς αυτή εκφράζεται. Οι άνθρωποι έχουν την τάση, τι περισσότερες φορές, να ψάχνουν την αγάπη που πήραν από το οικογενειακό τους περιβάλλον, όταν ήταν ακόμη παιδιά. Αν λοιπόν, για παράδειγμα, οι γονείς εξέφραζαν την αγάπη τους μέσα σε ένα πιο κακοποιητικό πλαίσιο, συνήθως το άτομο έλκεται από συντρόφους πιο κακοποιητικούς στην ενήλικη ζωή του. Αναζητά δηλαδή, συμπεριφορές οικίες και γνώριμες, μοτίβα που θα του θυμίσουν την "αγάπη" που έπαιρνε μικρός.
Τι είναι όμως τελικά η αγάπη και ο έρωτας; Οι δύο αυτές λέξεις δε δύναται να αναλυθούν με επιτυχία, όσον αφορά στα συστατικά τους, καθώς συμπεριλαμβάνουν έννοιες εξαιρετικά αφηρημένες, απροσδόκητες, αλλά και υποκειμενικές. Κάτι που σίγουρα εκφράζεται με σιγουριά, παρόλα αυτά, είναι πως οι ερωτικές σχέσεις δεν ευδοκιμούν πάντοτε. Υπάρχουν φορές που πέφτουν σε μαύρες τρύπες, έρχονται αντιμέτωπες με αδιέξοδα και τελικά διαλύονται.
Κάποιοι από τους πιο πρόδηλους και επιφανειακούς λόγους αποτυχίας μιας ερωτικής σχέσης, που τελικά οδηγούν στο τέλος της (προδοσία-μοιχεία, οικονομικές διαφωνίες, απόσταση), είναι συχνά εξαρτώμενοι από κάποιες πιο καλά κρυμμένες ανάγκες του ανθρώπου. Ως πρώτη, θα θίξουμε την ανάγκη της αυτό-εξύψωσης. Ο άνθρωπος επιδιώκει πάντοτε να αισθάνεται καλύτερα για τον εαυτό του. Έχει την τάση να βλέπει τον εαυτό του μέσα από ροζ γυαλιά. Αναγνωρίζει δηλαδή, κυρίως τις θετικές πτυχές του χαρακτήρα του, αρνούμενος και αποφεύγοντας να παραδεχτεί τα δικά του τρωτά σημεία-σφάλματα και προβάλλοντας τις δικές του αδυναμίες στο πρόσωπο του άλλου. Ο καθένας άλλωστε, εκφράζει την ευαλωτότητά του προς τα έξω, με διαφορετικό τρόπο.
Ως δεύτερη, θα αναφέρουμε μια από τις πιο πρωταρχικές και κυρίαρχες ανάγκες του ατόμου: να νιώθει ασφάλεια. Συχνά οι άνθρωποι μένουν σε μια σχέση, όχι λόγω συναισθημάτων, αλλά βλέποντάς την σαν μια κοινωνική ανταλλαγή. Αισθάνονται πως το άλλο πρόσωπο αποτελεί σωσίβια λέμβο πολλές φορές και εξαρτώμενοι από αυτό, επιδιώκουν αδίκως να γεμίσουν τα δικά τους κενά. Τα άτομα αυτά αδυνατούν να συμβιώσουν με υγιή τρόπο με κάποιον άλλο, καθώς έχουν μάθει να εξαρτώνται από ΜΕΤΑΒΛΗΤΕΣ (άλλα πρόσωπα και εξωτερικούς παράγοντες) και όχι από τη μία και μοναδική αμετάβλητη κατάσταση: τον ίδιο τους τον εαυτό.
Συμπερασματικά, όσο η κοινωνική εξέλιξη τρέχει και τα χρόνια περνάνε αστραπιαία, οι άνθρωποι έχουν την τάση ό,τι χαλάει να το πετάνε/αλλάζουν. Η ίδια θεωρία βρίσκει εφαρμογή και στις ανθρώπινες σχέσεις. Μια συχνή ερώτηση είναι η εξής: «Είναι η αγάπη αρκετή;». Ταυτόχρονα, αξίζει να αναρωτηθούμε αν η φυγή είναι τελικά η εύκολη λύση και όχι τόσο μια πράξη ηρωισμού, όπως συχνά- πυκνά χαρακτηρίζεται.